Αν και τραβηγμένο στα όρια της υπερβολής, το αντίστοιχο σκίτσο της αφίσας για την εκδήλωση, δείχνει τον πιθανό τρόπο για να εξασφαλίσουμε φωτισμό στο άμεσο ή μακρύτερο μέλλον, εάν δεν προσπαθήσουμε να ανατρέψουμε την παρούσα κατάσταση πραγμάτων.
Είναι γεγονός ότι κυρίως τα τελευταία 7 χρόνια, οι κυβερνώντες (δεξιοί και αριστεροί) επιδίδονται σε μια ξέφρενη κούρσα αποδιοργάνωσης των εργασιακών σχέσεων, όπως τις ξέραμε, και ιδιωτικοποίησης των αγαθών και των υποδομών κοινής ωφέλειας (νερό, ρεύμα, λιμάνια, αεροδρόμια, υγεία, παιδεία, τηλέφωνο) με στόχο τη συσσώρευση περισσότερων μέσων στα χέρια ολοένα και λιγότερων (συνήθως πολυεθνικών εταιριών) ενώ για τους πολλούς το μόνο που προβλέπεται είναι αναδιανομή της φτώχειας, στέρηση και ίσως «επιδόματα φιλανθρωπίας».
Στο πλαίσιο αυτό οι εξελίξεις στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας είναι ραγδαίες. Η ΔΕΗ και τα δίκτυα μεταφοράς του ρεύματος (που έχουν κατασκευαστεί από τα χρήματα που πληρώνουμε όλοι μέσω των λογαριασμών) πωλούνται σε εξευτελιστικά ποσά και το ρεύμα για τα σπίτια χρεώνεται σε συνεχώς αυξανόμενες τιμές. Ξένες και ελληνικές πανίσχυρες εταιρίες έχουν μπει στην αντίστοιχη αγορά ως πάροχοι, αφού προβλέπεται η ΔΕΗ να κατέχει μερίδιο 50% της αγοράς στα επόμενα 2 χρόνια, και παρόλο που προπαγανδίζουν ότι η τακτική αυτή του ανταγωνισμού θα σπάσει το μονοπώλιο και θα χαμηλώσει το κόστος της ενέργειας, η πραγματικότητα αποδεικνύει το αντίθετο. Μάλιστα, στο τέλος αυτής της διαδικασίας μάλλον κάποια πολυεθνική ή μια εταιρία κολοσσός της ενέργειας θα διαχειρίζεται το ρεύμα απομυζώντας το κοινωνικό σώμα για να αυξήσει τα υπερκέρδη της.
Βέβαια, οι υποστηρικτές του κοινωνικού κράτους, ακροδεξιοί και σοσιαλδημοκράτες, διατείνονται ότι η ηλεκτρική ενέργεια θα έπρεπε να είναι υπό κρατική διαχείριση και έλεγχο, ώστε να εξυπηρετούνται οι ανάγκες της κοινωνίας και η εθνική ασφάλεια. Κάτι τέτοιο όμως απέχει πολύ από την αλήθεια. Από τη δεκαετία του ’60 που η ΔΕΗ ήταν κρατική δεν έπαψε να είναι μια κερδοφόρα επιχείρηση, αργότερα το 2001 μπήκε στο χρηματιστήριο με όλες της συνέπειες που έχει μια τέτοια κίνηση και ποτέ τα κέρδη της, παρά κάτι ψίχουλα, δεν αποδίδονταν πίσω στην κοινωνία, αντιθέτως με το αλισβερίσι των μετοχών κάποιοι θησαύριζαν. Ποτέ δηλαδή δεν καλύφθηκαν πραγματικά οι κοινωνικές ανάγκες με φτηνό ή δωρεάν ρεύμα, αλλά εξυπηρετούνταν οι σκοποί των επιχειρηματιών και της οικονομικής ελίτ, γεγονός που γινόταν γενικώς αποδεκτό και από τους καλοπληρωμένους εργαζόμενους της ΔΕΗ.
Ένα ακόμη ψεύδος με το οποίο προσπαθούν να μας εξοικειώσουν εδώ και μια δεκαετία, είναι η ανάγκη για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αυτό που αποκαλούν πράσινη ενέργεια. Ουσιαστικά πρόκειται για αλλαγή του μοντέλου παραγωγής στο ίδιο όμως σύστημα. Αν και πραγματικά το οικοσύστημα υποφέρει, μια οικολογική στροφή χωρίς ανάλογη έξοδο από τον καπιταλισμό, δεν έχει να προσφέρει τίποτε σημαντικό ούτε στη φύση ούτε και στον άνθρωπο. Σε κάθε βουνό έχουν φυτευτεί ανεμογεννήτριες και μεγάλες καλλιεργήσιμες εκτάσεις αδρανοποιούνται με φωτοβολταϊκά, μέσα από τεράστιες επιδοτήσεις σε ιδιώτες και επιχειρήσεις που τελικά θα τις φορτωθούμε κι αυτές εμείς. Πρόκειται συνήθως για επιχειρήσεις που στην καλύτερη περίπτωση, αν δεν πουλάνε αέρα, αγοράζουν ρεύμα φτηνό από τη ΔΕΗ και το ξαναπουλάνε στην ίδια ακριβότερο.
Ταυτόχρονα, η επικείμενη έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου στις ιόνιες θάλασσες (υπογράφηκε πρόσφατα μεταξύ κυβέρνησης και ΕΛ.ΠΕ) ναι μεν θα επιφέρει τεράστια οικονομικά οφέλη στην εταιρία και κάποιες θέσεις δουλειάς αλλά και ανυπολόγιστο περιβαλλοντικό τραυματισμό με συνακόλουθες κοινωνικές επιπτώσεις (π.χ. μείωση ήπιων οικονομικών δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τουρισμό, αλιεία, γεωργία κλπ). Είναι ένα ζήτημα που καίει και οφείλουμε να είμαστε σε συνεχή επαγρύπνηση.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση που αφορά σε κάθε αγαθό και πεδίο δράσης και σχέσεων του σύγχρονου ανθρώπου, οι επιλογές συρρικνώνονται. Επίσης, πολιτικές διέξοδοι δεν προσφέρονται απ΄ όσους κατά καιρούς κυβερνάνε ή υπόσχονται να φέρουν την ελπίδα και οφείλουμε την όποια διέξοδο να τη δημιουργήσουμε μόνοι μας. Ζούμε σε μια περίοδο που η απογοήτευση, η ηττοπάθεια και η απόσυρση κερδίζουν το έδαφος, ενώ θα έπρεπε να δρούμε συλλογικά, κινηματικά και με αποφασιστικότητα, ώστε όχι μόνο να πατήσουμε φρένο στην καταστροφική πορεία αλλά και να αρχίσουμε να κερδίζουμε όσα έχουμε ανάγκη ως κοινωνία, με γνώμονα το κοινό συμφέρον, αλλάζοντας ταυτόχρονα τον ξέφρενο καταναλωτισμό ως πρότυπο ζωής. Ωστόσο, τίποτε δεν είναι εύκολο πια όσο δεν δεσμευόμαστε σε ακηδεμόνευτους αγώνες για το μετασχηματισμό της κοινωνίας και αποδεχόμαστε το υπάρχον ως αναπόδραστη πραγματικότητα.
Η Λαϊκή συνέλευση Άνω Πόλης, συναντιέται και κάνει συνέλευση κάθε Δευτέρα στις 19.30, στην Πλατεία του Παντοκράτορα στην Άνω Πόλη.